Οι στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας μειώθηκαν κατά το ένα πέμπτο το 2017, για πρώτη φορά την τελευταία εικοσαετία, εξαιτίας των οικονομικών κυρώσεων με τις οποίες έχει βρεθεί αντιμέτωπη η Μόσχα, όπως καταγράφει έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI) που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.

Η Ρωσία, η χώρα που είχε τον τρίτο υψηλότερο στρατιωτικό προϋπολογισμό το 2016, υποχώρησε στην τέταρτη θέση της κατάταξης το 2017. Οι στρατιωτικές της δαπάνες συρρικνώθηκαν κατά 20%, στα 66,3 δισεκατομμύρια δολάρια. Η χώρα είχε καταγράψει την προηγούμενη μείωση των στρατιωτικών της δαπανών το 1998, όταν κλήθηκε να αντιμετωπίσει μια σοβαρή χρηματοοικονομική κρίση.

“Ο εκσυγχρονισμός του στρατού παραμένει προτεραιότητα για τη Ρωσία, αλλά ο στρατιωτικός προϋπολογισμός της περιορίστηκε εξαιτίας των οικονομικών δυσκολιών που βιώνει η χώρα από το 2014”, εξήγησε ο Σιμόν Γουέζεμαν, ερευνητής του SIPRI. Ο Γουέζεμαν αναφερόταν κυρίως στις οικονομικές κυρώσεις που επιβάλλονται από δυτικά κράτη στη Ρωσία, λόγω της ουκρανικής σύρραξης.

Μέχρι το 2016, ο ρωσικός αμυντικός προϋπολογισμός δεν είχε υποστεί τις δημοσιονομικές περικοπές που επιβλήθηκαν σε άλλους τομείς (παιδεία, υποδομές). Όμως “δεν είναι πλέον δυνατό να παραμείνει ο τομέας της άμυνας σε αυξημένο επίπεδο (δαπανών), ούτε να υπάρξει αύξηση” του προϋπολογισμού του, εξήγησε ο ερευνητής.

Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες αυξάνονται

Η έκθεση του SIPRI δίνεται στη δημοσιότητα την ώρα που η σύγκρουση της Δύσης με τη Μόσχα έχει φθάσει σε επίπεδα χωρίς προηγούμενο μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, ειδικά μετά τη δηλητηρίαση την 4η Μαρτίου του ρώσου πρώην διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκρίπαλ στην Αγγλία -για την οποία η βρετανική κυβέρνηση επέρριψε την ευθύνη στο Κρεμλίνο- και τα πλήγματα των ΗΠΑ, της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου τη 14η Απριλίου εναντίον του καθεστώτος της Συρίας, που έχει συμμαχήσει με τη Ρωσία, σε αντίποινα για μια επίθεση που φέρεται να έγινε με χημικά όπλα.

Τα 29 κράτη μέλη του NATO αθροιστικά δαπάνησαν 900 δισεκατομμύρια δολάρια για την άμυνά τους — ήτοι σε αυτά αναλογεί το 52% των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών.

Οι στρατιωτικές δαπάνες στην κεντρική και στη δυτική Ευρώπη αυξήθηκαν αντιστοίχως κατά 12% και 1,7% το 2017, εν μέρει λόγω της ρωσικής απειλής.

Οι ΗΠΑ παρέμειναν η χώρα που δαπανά τα περισσότερα, με 610 δισεκατομμύρια δολάρια να αφιερώνονται στην άμυνά τους το 2017.

Ακολούθησαν η Κίνα (+13%), η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία, η Ινδία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιαπωνία, επτά χώρες που ξόδεψαν αθροιστικά 578 δισεκ. δολάρια για την άμυνά τους το 2017, ποσό πάντως χαμηλότερο από αυτό των στρατιωτικών δαπανών της Ουάσινγκτον, που αναλογεί στο 35% των παγκόσμιων.

Η Ινδία επανήλθε στην πέμπτη θέση της κατάταξης, η Γαλλία υποχώρησε στην 6η.

Το 2017 οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες ανήλθαν σε 1,739 τρισεκ. δολάρια, αυξανόμενες κατά 1,1% σε ετήσια βάση.

“Η συνέχιση της αύξησης των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών αποτελεί πηγή σοβαρής ανησυχίας”, τόνισε ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Γιαν Ελίασον σε ανακοίνωση του SIPRI. “Υπονομεύει την επιδίωξη ειρηνικών λύσεων στις συγκρούσεις” σε όλο τον κόσμο, έκρινε ο ίδιος.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ