«Σχεδόν 75 χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ελλάδα και η Πολωνία ζητούν από τη Γερμανία αποζημιώσεις για τα δεινά που υπέστησαν κατά τη διάρκεια της κατοχής. Και οι δύο χώρες συγκαταλέγονται σε εκείνες που επλήγησαν περισσότερο από οικονομική άποψη.
Δεν υπάρχουν αμφιβολίες ότι λίγες άλλες χώρες υπέφεραν τόσο πολύ κατά τη διάρκεια της κατοχής, όπως η Ελλάδα και η Πολωνία. Και ενώ η επίγνωση για τα βάσανα των Πολωνών στη Γερμανία σίγουρα υπάρχει στη χώρα μας, είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστο τι διέπραξαν σε βάρος των Ελλήνων η Βέρμαχτ και τα SS.
Στις 6 Απριλίου 1941 άρχισε η γερμανική κατοχή της Ελλάδας, μόλις τριάμισι χρόνια αργότερα, τα γερμανικά στρατεύματα θα αποσυρθούν ξανά. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου μαίνονταν κατά των πολιτών και των υποδομών της χώρας. 91.000 Έλληνες ήταν τα θύματα σφαγών ή άλλων μέτρων καταστολής και καταπίεσης, 59.000 Έλληνες Εβραίοι εκτοπίστηκαν στα στρατόπεδα εξόντωσης του Άουσβιτς και της Τρεμπλίνκα και δολοφονήθηκαν εκεί. Περισσότεροι από 140.000 άνθρωποι πέθαναν από πείνα. Πέθανε δηλαδή κάθε 20ος Έλληνας, 70.000 από αυτούς μόνο το χειμώνα του 1941/42.
Συνολικά, βαραίνουν τη συνείδηση των Γερμανών περίπου 330.000 Έλληνες, δηλαδή το 4,8% του πληθυσμού. Το 30% του πληθυσμού ήταν μετά το τέλος της κατοχής ανάπηρο ή ασθενούσε χρόνια.
Εκτός από τις τρομερές ανθρώπινες απώλειες, η χώρα υπέστη επίσης σοβαρές ζημίες στην οικονομία και τις υποδομές της, λόγω των συστηματικών λεηλασιών και των καταστροφών. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα καταστράφηκε εξαιτίας των πολύ μεγάλων αναγκαστικών δανείων, ύψους 476 δισ. μάρκων, με τα οποία χρηματοδοτήθηκε το γερμανικό καθεστώς κατοχής.
Το εξωτερικό εμπόριο κατέρρευσε πλήρως, λόγω της κατάσχεσης του ελληνικού εμπορικού στόλου, εξίσου με το εγχώριο εμπόριο αφού οι Γερμανοί χώρισαν τη χώρα σε τρεις ζώνες κατοχής με απροσπέλαστα σύνορα για τον πληθυσμό και ανέθεσαν τις δύο στους συμμάχους τους, Ιταλία και Βουλγαρία (και οι δύο χώρες κατέβαλαν ήδη αποζημιώσεις στην Ελλάδα πριν από δεκαετίες).
Σύμφωνα με τον ιστορικό Κάρλ Χάιντς Ροτ, συν-συγγραφέα του βιβλίου «Οι οφειλές των επανορθώσεων – Υποθήκες της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα και την Ευρώπη», προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια της κατοχής τεράστιες καταστροφές σε 1700 τοποθεσίες, ενώ περισσότερα από 100 χωριά ισοπεδώθηκαν πλήρως.
Σε ορισμένες περιοχές της χώρας, το 90% του κατοικήσιμου χώρου καταστράφηκε, με αποτέλεσμα 640.000 άνθρωποι να μείνουν άστεγοι. Σε ολόκληρη τη χώρα, το ποσοστό της καταστροφής ανήλθε περίπου στο 25%.
Ιδιαίτερα δυσμενής έγινε για τους Έλληνες η κατάσταση, όταν οι Γερμανοί έπρεπε τελικά να αποσυρθούν από τη χώρα εξαιτίας της στρατιωτικής πίεσης των συμμάχων- με τεράστιες συνέπειες για τις υποδομές. Έδρασαν με βάση την αρχή της καμένης γης, σύμφωνα με την οποία εμποδίστηκε να πέσουν στα χέρια του αντιπάλου ανέπαφες οι υποδομές και να χρησιμοποιηθούν από αυτούς. Έτσι, το 100% των σηράγγων, σχεδόν όλες οι οδικές και σιδηροδρομικές γέφυρες, τα περισσότερα από τα μεγάλα ορυχεία και το 80% όλων των σιδηροδρομικών οχημάτων καταστράφηκαν. Οι μηχανές τους, είτε καταστράφηκαν είτε τις πήραν μαζί τους.
Σχεδόν όλα τα λιμάνια, συμπεριλαμβανομένων των δύο μεγαλύτερων χωρών της χώρας, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, είτε καταστράφηκαν εντελώς, είτε σε μεγάλο βαθμό. Ο ιστορικός Καρλ Χάιντς Ροτ, ο οποίος παραθέτει αυτά τα στοιχεία, βρήκε κατά τις έρευνές του την αναφορά ενός τάγματος πρωτοπόρων που συμμετείχε, στην οποία ο συγγραφέας σημείωνε με υπερηφάνεια ότι η καταστροφή ήταν τόσο πλήρης, ώστε αυτά τα λιμάνια θα παραμείνουν μπλοκαρισμένα για δεκαετίες.
Τέλος, καταστράφηκε και ολόκληρο το τηλεφωνικό και τηλεγραφικό δίκτυο της χώρας…».