Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της EY Ελλάδος, σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Ελλήνων Χρηματοοικονομολόγων (Hellenic Association of Treasurers), το 63% των συμμετεχόντων treasurers και στελεχών τμημάτων treasury, αναγνωρίζουν ότι οι υλοποιήσεις τεχνολογικών λύσεων στον χώρο του treasury – της διαχείρισης, δηλαδή, των ροών χρήματος, κεφαλαίου και των σχετικών κινδύνων – έχουν πλέον ενταχθεί στην ευρύτερη στρατηγική της επιχείρησής τους, καθώς είναι ικανές να προσδώσουν σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε έναν οργανισμό.

Η έρευνα, η οποία διεξήχθη τον Ιούνιο του 2023, με αποδέκτες τα μέλη του Συνδέσμου, αποτυπώνει ότι οι δυνατότητες που παρέχει η τεχνολογία σήμερα στην αυτοματοποίηση και τυποποίηση των διαδικασιών, αλλά και στην ενοποίηση της πληροφορίας, αποτελούν σημαντικά εργαλεία για τους treasurers, στην προσπάθεια να εκπληρώσουν έναν διευρυμένο ρόλο στην επιχείρηση. Ωστόσο, παρατηρείται ότι, αν και αναγνωρίζονται τα οφέλη που μπορεί να προσδώσει η χρήση της τεχνολογίας στη λειτουργία του treasury, ένα ποσοστό 29% δεν έχουν εντάξει κάποια σχετική υλοποίηση στο άμεσο στρατηγικό τους πλάνο, ενώ ένα 6% διατηρούν κριτική στάση απέναντι στα πραγματικά οφέλη.

Προτεραιότητα η επανεξέταση της στρατηγικής του treasury και η τεχνολογία

Σε ό,τι αφορά τους στόχους για το επόμενο άμεσο χρονικό διάστημα, διατυπώνεται ως βασική προτεραιότητα για τους συμμετέχοντες, η επανεξέταση της γενικότερης στρατηγικής του treasury και ο επανασχεδιασμός των διαδικασιών που το διέπουν (50%). Σε ό,τι αφορά, ειδικότερα, τον τομέα της τεχνολογίας, η επαναξιολόγηση και η βελτίωση των τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται (34%), καθώς και η εγκατάσταση ενός εξειδικευμένου πληροφοριακού συστήματος (treasury management system – TMS) που θα καλύπτει το σύνολο των λειτουργιών και δραστηριοτήτων του treasury (34%), είναι ψηλά στην ατζέντα. Επίσης, η υλοποίηση αυτοματισμών (27%) που θα αφορούν συγκεκριμένους τομείς του treasury (π.χ., πληρωμές, ταμειακός προγραμματισμός, κ.ά.), καθώς και η εκμετάλλευση νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων (22%), όπως το RPA και τα advanced analytics, αποτελούν, μεταξύ άλλων, βασικές προτεραιότητες.

Σύμφωνα με την έρευνα, η υλοποίηση τεχνολογικών λύσεων, για την πλειοψηφία των συμμετεχόντων (83%), μπορεί να συντελέσει στην αυτοματοποίηση των υφιστάμενων χειροκίνητων διαδικασιών, αλλά και στη μείωση του λειτουργικού κινδύνου, με τον περιορισμό των ανθρώπινων λαθών και τη βελτίωση του εσωτερικού πλαισίου ελέγχου (59%). Άλλα οφέλη που μπορούν να προκύψουν, είναι η μείωση του λειτουργικού κόστους (49%) του treasury, αλλά και οι δυνατότητες πρόσβασης σε αναγκαία πληροφόρηση σε πραγματικό χρόνο (47%).

Η έρευνα έδειξε, επίσης, ότι οι επαγγελματίες του treasury προσδοκούν – με ποσοστά άνω του 60% – πως τομείς, όπως η εκτέλεση των πληρωμών, οι διαδικασίες του back office (επιβεβαίωση και εκκαθάριση συναλλαγών, αντίγραφα τραπεζικών λογαριασμών, κ.ά.), η λογιστική παρακολούθηση, το κομμάτι του reporting και η διαχείριση ρευστότητας, να έχουν πλήρως αυτοματοποιηθεί το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Παράλληλα, σε ποσοστό 70%, αναγνωρίζεται ότι οι υπάρχουσες διαδικασίες διαχείρισης των σχέσεων με τις τράπεζες, δε θα επηρεαστούν ή θα αυτοματοποιηθούν μερικώς.

Τα εμπόδια για την υλοποίηση νέων τεχνολογιών

Ως μεγαλύτερο εμπόδιο για την οποιαδήποτε υλοποίηση, για το 66% παραμένει το κόστος, ενώ, παράλληλα, παρατηρείται δυσκολία στον ποσοτικό προσδιορισμό των οφελών από οποιαδήποτε τέτοιου είδους επένδυση.

Ο συνδυασμός των τελευταίων δύο παραγόντων, πολύ συχνά δυσκολεύει την εξασφάλιση των απαιτούμενων εγκρίσεων και της υποστήριξης από την ηγεσία της επιχείρησης. Πιο συγκεκριμένα, οι συμμετέχοντες απάντησαν ότι δυσκολεύονται να προσδιορίσουν τα οφέλη των επενδύσεων τεχνολογίας, κυρίως εξαιτίας των έμμεσων πλεονεκτημάτων που φέρνουν στην επιχείρηση (48%), ενώ μόλις το 9% δηλώνουν ότι μπορούν να προχωρήσουν σε τέτοιους υπολογισμούς με ευκολία.

Η απόφαση για την εγκατάσταση ενός TMS ή την υλοποίηση λύσεων που αφορούν συγκεκριμένες περιοχές του treasury, εξαρτάται συνήθως από τη δομή και τις εξειδικευμένες ανάγκες κάθε οργανισμού, ενώ και το κόστος παίζει σημαντικό ρόλο. Σύμφωνα με την έρευνα, το 56% έχουν ήδη επιλέξει ή προσανατολίζονται σε ένα TMS, ενώ το 44% προτιμούν, τουλάχιστον για το επόμενο διάστημα, την υιοθέτηση μικρότερου μεγέθους τεχνολογικών λύσεων, σαν πιο κατάλληλες.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα της έρευνας σχετικά με τους στόχους και τις ανάγκες, που αναμένουν οι επαγγελματίες του χώρου να καλύψουν μέσω μίας υλοποίησης TMS. Σε αυτό το πλαίσιο, η υλοποίηση ενός treasury management system έχει σαν πρωταρχικό στόχο την κάλυψη αναγκών σχετικών με την καθημερινή παρακολούθηση των επιπέδων του «ταμείου» (87%), τη διαχείριση της ρευστότητας (73%), τις δυνατότητες συνδεσιμότητας με τις τράπεζες (73%), καθώς και τον μελλοντικό ταμειακό προγραμματισμό (73%). Επίσης, σημαντικές είναι για τις επιχειρήσεις, σε ποσοστό 53%, οι δυνατότητες που παρέχονται από τέτοια συστήματα αναφορικά με την ενοποίηση και την αυτοματοποίηση της εκτέλεσης των πληρωμών.

Σε ό,τι αφορά την τελική απόφαση για την επιλογή ενός συγκεκριμένου TMS και τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν από τις επιχειρήσεις που το έχουν ήδη υλοποιήσει ή τουλάχιστον έχουν αποφασίσει να συνεργαστούν με έναν συγκεκριμένο προμηθευτή, παράγοντες που είχαν την μεγαλύτερη βαρύτητα είναι οι εν γένει δυνατότητες του συστήματος (53%), το συνολικό κόστος υλοποίησης (40%), η διάρκεια υλοποίησης (20%) και η συνεργασία με τον υποψήφιο προμηθευτή κατά τη διαδικασία επιλογής (20%).

Από την άλλη πλευρά, οι επιχειρήσεις που σκοπεύουν να προχωρήσουν στην υλοποίηση περιορισμένου εύρους τεχνολογικών λύσεων, έχουν πρωταρχικά σαν στόχο να βελτιώσουν κάποια συγκεκριμένη περιοχή εντός του treasury (53%) και την ενοποίηση της πληροφορίας με χρήση εργαλείων όπως το Power BI (47%), και λιγότερο την αντικατάσταση διαδικασιών που στηρίζονται σε αρχεία Excel με τη δημιουργία εξειδικευμένων εφαρμογών ή λύσεων (21%) και την εγκατάσταση ρομποτικών αυτοματισμών (16%).

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, ο κ. Τριαντάφυλλος Σταυράκης, Εταίρος και Επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Λογιστικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της EY Ελλάδος, επισήμανε πως: «Είναι πλέον πιο επιτακτική από ποτέ η ανάγκη για έγκαιρη και ολοκληρωμένη ενημέρωση των στελεχών των τμημάτων treasury αναφορικά με τα οφέλη και τις προκλήσεις που σχετίζονται με την υλοποίηση ενός treasury management system ή άλλης λύσης, και τον ευρύτερο εκσυγχρονισμό ενός τμήματος treasury. Στο πλαίσιο αυτού του μετασχηματισμού, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις θα χρειαστούν το επόμενο χρονικό διάστημα καθοδήγηση για την επιλογή της κατάλληλης τεχνολογικής λύσης, αλλά, ταυτόχρονα, και υποστήριξη κατά τη διάρκεια υλοποίησης του εκάστοτε συστήματος που θα επιλεγεί».

Επιπλέον, ο κ. Βασίλης Μητρόπουλος, Senior Manager στο Τμήμα Χρηματοοικονομικών Λογιστικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της EY Ελλάδος, δήλωσε: «Παρατηρούμε ότι έχει αρχίσει να γίνεται πλέον αντιληπτός, και στην Ελλάδα, ο ρόλος που μπορεί να παίξει η τεχνολογία στη μετεξέλιξη του treasury, από ένα υποστηρικτικό τμήμα της οικονομικής διεύθυνσης, σε έναν πυλώνα που μπορεί να στηρίξει τη λήψη αποφάσεων παρέχοντας άμεση και ουσιαστική πληροφόρηση. Παρά το γεγονός ότι το κόστος εξακολουθεί να αποτελεί έναν παράγοντα που καθυστερεί συχνά τις αποφάσεις, η εξέλιξη της τεχνολογίας (RPA, analytics, API, machine learning) διευρύνει τις δυνατότητες που έχουν οι επιχειρήσεις, από την επιλογή ενός treasury management system, έως και την υλοποίηση μικρότερου μεγέθους λύσεων που μπορούν να καλύψουν τις εξειδικευμένες ανάγκες κάθε οργανισμού, ανεξάρτητα από το μέγεθός του».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ