Νέα δυναμική αύξηση των εξαγωγών αναμένεται για το 2019, σύμφωνα με τις προβλέψεις των εξαγωγέων. «Οι προβλέψεις, βασιζόμενες στα αποτελέσματα των εξαγωγών του 2018 (έως και τον Δεκέμβριο που υπάρχουν στοιχεία) είναι αυξημένες και πάμε για ιστορικό ρεκόρ» σημειώνει σε δήλωσή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων Χριστίνα Σακελλαρίδη και προσθέτει: «Άρα, το 2019, απαλλαγμένο – αν και όχι απόλυτα – από τους περιορισμούς των μνημονίων (capital controls κ.λπ.), παρουσιάζει μια δυναμική αύξηση των εξαγωγών μας σε νέες αγορές και νέα προϊόντα με ορατό στόχο ένα νέο ρεκόρ».

Επιπλέον, συνεχίζει η κυρία Σακελλαρίδη, έχουμε διδαχθεί από τα λάθη μας και έχουμε αποκτήσει τεχνογνωσία από βέλτιστες πρακτικές άλλων χωρών, η τεχνολογία, τα τελωνεία έχουν εκσυγχρονιστεί, αλλά, όπως υπογραμμίζει «χρειαζόμαστε τη στήριξη της πολιτείας με τη χάραξη μιας Εθνικής Στρατηγικής Εξωστρέφειας που θα έχει τη συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, διότι η πολιτεία θέτει το θεσμικό πλαίσιο που κινούμεθα. Άλλωστε, όπως έχουμε τονίσει ως Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων, μόνον οι επενδύσεις και η εξωστρέφεια μπορούν να δημιουργήσουν περισσότερες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας».

Σύμφωνα, δε, με τις εκτιμήσεις του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), στο σύνολο του έτους οι εξαγωγές δύναται να ξεπεράσουν τα 33-34 δισ. ευρώ. Μια τέτοια εξέλιξη, όπως αναφέρει σε δήλωσή του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γιώργος Κωνσταντόπουλος, αποτελεί επίδοση ρεκόρ για την Ελλάδα. «Η θετική αυτή εξέλιξη απορρέει από τις αδιάλειπτες προσπάθειες των Ελλήνων εξαγωγέων, οι οποίοι, παρά τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν, συνεχίζουν να αποτελούν τον βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κωνσταντόπουλος. Εξέφρασε, δε, την ελπίδα ότι «και το 2019 θα είναι μία θετική χρονιά για την εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων, αποτελώντας αρωγό στη βελτίωση της εγχώριας οικονομίας».

Στόχος η αύξηση των εξαγωγών στο 50% του ΑΕΠ έως το 2025

Όπως αναφέρεται στο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης για τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο: Η ελληνική κυβέρνηση, στο πλαίσιο της Αναπτυξιακής Στρατηγικής, έχει θέσει ως στόχο την αύξηση των εξαγωγών προϊόντων και υπηρεσιών από το περίπου 30% του ΑΕΠ που είναι σήμερα κοντά στο 50% του ΑΕΠ μέχρι το 2025. Αυτή η ιδιαίτερα φιλόδοξη στόχευση εξαρτάται αφενός από σημαντικές παρεμβάσεις στο εσωτερικό παραγωγικό περιβάλλον και αφετέρου από ένα όσο γίνεται ευνοϊκότερο διεθνές εμπορικό πλαίσιο.

Όσον αφορά στο διεθνές πλαίσιο, σημαντικό ρόλο παίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία αποτελεί ηγετικό παράγοντα στο παγκόσμιο εμπόριο, ενώ το 2017 υπήρξε ο μεγαλύτερος εξαγωγέας μεταποιημένων αγαθών(4,67 τρισ. ευρώ) και αγροτικών προϊόντων (647 δισ. ευρώ). Η Ένωση με το συγκεκριμένο εμπορικό (αλλά και πολιτικό) βάρος δημιουργεί με γρήγορους ρυθμούς το μεγαλύτερο εμπορικό δίκτυο παγκοσμίως μέσω σύναψης διεθνών συμφωνιών, οι οποίες θα καθορίσουν στο άμεσο μέλλον σχεδόν όλες τις εμπορικές πολιτικές των κρατών-μελών της Ε.Ε.

Σήμερα, οι ελληνικές επιχειρήσεις αξιοποιούν συμφωνίες που έχουν εφαρμοστεί, μεταξύ άλλων, με τον Καναδά, τη Ν. Κορέα, το Μεξικό, τις χώρες της Ευρωμεσογείου και τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Όπως σημειώνεται στο Δελτίο: «Για την Ελλάδα -που έχει θέσει πολύ υψηλούς στόχους για τις εξαγωγές της- η συμμετοχή στη διαμόρφωση της εμπορικής πολιτικής της Ε.Ε. αποτελεί μία από τις πιο ουσιαστικές και κρίσιμες πλευρές της εθνικής πολιτικής. Για αυτό, το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης προσπαθεί να έχει την αποτελεσματικότερη δυνατή παρέμβαση στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (η οποία πραγματοποιεί τις διαπραγματεύσεις για λογαριασμό των κρατών-μελών), έχοντας ως βασικούς άξονες τον διάλογο με την Κοινωνία των Πολιτών, την εμπλοκή των εθνικών Κοινοβουλίων, τη διαβούλευση με τους παραγωγικούς φορείς και τη διαφάνεια. Με ουσιαστική αναβάθμιση της εκπροσώπησης της χώρας μας στις Βρυξέλλες και βελτίωση του συντονισμού στο εσωτερικό της χώρας μας, η ελληνική πλευρά συμμετέχει και παρεμβαίνει συστηματικά για την προάσπιση των ελληνικών θέσεων και τη συμπερίληψή τους στο περιεχόμενο των εκάστοτε εμπορικών συμφωνιών».

Αισιοδοξία για νέο ρεκόρ εξωστρέφειας

Υπενθυμίζεται ότι στο τελευταίο Δελτίο του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων με αναφορά στα στοιχεία Οκτωβρίου 2018 αναφέρεται ότι οι ελληνικές εξαγωγές μπήκαν με ορμή στο τέταρτο τρίμηνο της εφετινής χρονιάς, καταγράφοντας υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 24% τον Οκτώβριο του 2018.

«Η ανοδική πορεία των ελληνικών εξαγωγών καθ’ όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους δημιουργεί αισιοδοξία για την επίτευξη νέου ρεκόρ εξωστρέφειας. Στον αντίποδα, προβληματισμό εξακολουθεί να προκαλεί η ενίσχυση των εισαγωγών, κάτι που επαναφέρει στο επίκεντρο την ανάγκη ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγής» σημειώνεται.

Ειδικότερα, σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, οι εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, τον Οκτώβριο του 2018 αυξήθηκαν κατά 603,6 εκατ. ευρώ ή κατά 24% και ανήλθαν στα 3,12 δισ. ευρώ από 2,51 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2017. Ανοδικά κινήθηκαν οι εξαγωγές και χωρίς πετρελαιοειδή. Συγκεκριμένα, ενισχύθηκαν κατά 11,7% ή κατά 210,4 δισ. ευρώ και έφθασαν στα 2,01 δισ. ευρώ από 1,80 δισ. ευρώ.

Παρόμοια είναι η εικόνα και στο διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2018. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 4,17 δισ. ευρώ ή κατά 17,6% και ανήλθαν σε 27,78 δισ. ευρώ από 23,61 δισ. ευρώ, ενώ χωρίς τα πετρελαιοειδή αυξήθηκαν στα 18,34 δισ. ευρώ από 16,40 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 1,94 δισ. ευρώ ή κατά 11,8%.

Ανοδικά κινήθηκαν όμως και οι εισαγωγές τον Οκτώβριο του 2018, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 590,2 εκατ. ευρώ ή κατά 12,5% και ανήλθαν σε 5,32 δισ. ευρώ έναντι 4,73 δισ. ευρώ κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2017. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αγαθών ανήλθαν στα 3,73 δισ. ευρώ από 3,52 δισ. ευρώ, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 206,8 εκατ. ευρώ ή κατά 5,9%.

Οι εισαγωγές στο διάστημα Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2018 αυξήθηκαν κατά 4,42 δισ. ευρώ ή κατά 10,5%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 46,42 δισ. ευρώ έναντι 42 δισ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2017. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αυξήθηκαν στα 33,36 δισ. ευρώ από 32,08 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 1,27 δισ. ευρώ ή κατά 4%.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε τον Οκτώβριο του 2018 κατά 13,4 εκατ. ευρώ, ή κατά -0,6%, στα -2,206 δισ. ευρώ από -2,219 δισ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2017. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε στα -1,715 δισ. ευρώ από – 1,719 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά -3,6 εκατ. ευρώ, ή κατά -0,2%.

Στο δεκάμηνο του 2018 το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 252,8 εκατ. ευρώ ή κατά 1,4%, στα -18,65 δισ. ευρώ από -18,39 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2017. Το ενθαρρυντικό είναι ότι χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε στα -15,01 δισ. ευρώ από – 15,68 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 670,5 εκατ. ευρώ, ή κατά -4,3%.

Η Περιφέρεια Αττικής κατέχει τη μερίδα του λέοντος των εξαγωγών

Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης με τίτλο «Χαρτογράφηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας ανά περιφέρεια και περιφερειακή ενότητα» που εκπονήθηκε από το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών (ΙΕΕΣ) του ΣΕΒΕ και παρουσιάστηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2018, όπως και το 2016, έτσι και το 2017, η Περιφέρεια Αττικής κατέχει το σημαντικότερο μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών (48,9%), ενώ ακολουθούν κατά σειρά οι Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας και Πελοποννήσου με ποσοστά 16,4% και 15,1%, αντίστοιχα.

Η μελέτη αφορά στο διάστημα 2013-2017, ενώ αναδεικνύει τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα σε κλαδικό επίπεδο και καταγράφει τις συνεργαζόμενες χώρες των ελληνικών περιφερειών και των περιφερειακών ενοτήτων της Ελλάδας.

Ειδικά στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, για την οποία ο υπ’ αριθμόν ένα εξαγωγικός προορισμός είναι η Γερμανία, οι κυρίαρχοι κλάδοι από άποψη εξαγωγών είναι κατά σειρά τα τρόφιμα (29,3% των συνολικών εξαγωγών της περιφέρειας), τα πετρελαιοειδή (18,1%), η κλωστοϋφαντουργία – ένδυση (12,2%), τα χημικά και πλαστικά (10,6%) και τα μέταλλα (8,4%).

Στο μεταξύ, από την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης προέρχεται το 3,3% στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών και από την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας το 1,3%. Σε μικρότερο βαθμό συνεισφέρουν οι Περιφέρειες Ηπείρου (0,9%), Νοτίου Αιγαίου (0,7%), Βορείου Αιγαίου (0,7%) και Ιονίου (0,5%). Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, η Περιφέρεια Αττικής συμμετέχει κατά 50,1% στις εθνικές εξαγωγές, ενώ ακολουθούν οι Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας (19,6%), Θεσσαλίας (6,5%), Στερεάς Ελλάδας (5,8%), Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (4,4%), Πελοποννήσου (4,0%), Δυτικής Ελλάδας (2,6%), Κρήτης (2,3%), Δυτικής Μακεδονίας (1,8%), Ηπείρου (1,3%), Βορείου Αιγαίου (1,0%), Ιονίου (0,3%) και Νοτίου Αιγαίου (0,3%).

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ