Παρέμβαση έκανε η κα. Χριστίνα Παπακωνσταντίνου σε συζήτηση με θέμα τα ψηφιακά νομίσματα κεντρικών τραπεζών και το ψηφιακό ευρώ στο πλαίσιο του 6ου ετήσιου συνεδρίου FinTech and Regulation της Afore Consulting.

Δείτε την τοποθέτησή της:

Χαίρομαι ιδιαίτερα, που βρίσκομαι μαζί σας σήμερα και συμμετέχω σ’ αυτό το εκλεκτό πάνελ ομιλητών.

Οι παρατηρήσεις μου επικεντρώνονται σε τρία αλληλένδετα θέματα: στο ψηφιακό ευρώ, στον ψηφιακό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και στους πειραματισμούς στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Ψηφιακό ευρώ

Η χρήση νέων και καινοτόμων μορφών νομίσματος είναι ένα θέμα, που συζητείται ευρέως, καθώς υπάρχει αυξημένο, και σχεδόν καθολικό, ενδιαφέρον για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του τομέα των πληρωμών.

Από τη σκοπιά των κεντρικών τραπεζών και σε μια εποχή ραγδαίων εξελίξεων των προτιμήσεων και των δυνατοτήτων στις πληρωμές, υπάρχει ολοένα μεγαλύτερη ανάγκη δράσης για να διασφαλιστεί ο ρόλος του χρήματος κεντρικής τράπεζας . Ως εκ τούτου, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο έχουν αρχίσει να εξετάζουν την δυνατότητα έκδοσης ψηφιακού νομίσματος κεντρικής τράπεζας (ή CBDC).

Το Ευρωσύστημα ασχολείται ενεργά με την επεξεργασία αυτής της ιδέας και έχει ήδη ξεκινήσει το έργο για το ψηφιακό ευρώ (the digital euro project), το οποίο βρίσκεται σε φάση διερεύνησης (μέχρι τα μέσα του 2023).

Κατά την άποψή μου, το ψηφιακό ευρώ μπορεί να αποφέρει πολλά οφέλη στην οικονομία και στους πολίτες.

Ειδικότερα και δεδομένου ότι οι ψηφιακές πληρωμές παρουσιάζουν συνεχή ανοδική τάση, το ψηφιακό ευρώ μπορεί να αποτελέσει μια ασφαλή, αποτελεσματική και χαμηλού κόστους πρόσθετη επιλογή, που θα επιτρέπει σε όλους – από πελάτες λιανικής μέχρι μεγάλες επιχειρήσεις – να χρησιμοποιούν χρήμα κεντρικής τράπεζας για τις διαδικτυακές πληρωμές  τους. Επιπλέον, το ψηφιακό ευρώ μπορεί να αποτελέσει μια επιλογή, που θα αποτρέπει το ενδεχόμενο οι πολίτες και οι επιχειρήσεις να στραφούν σε άλλες λύσεις, δυνητικά υψηλότερου κινδύνου, όπως τα ιδιωτικά κρυπτοστοιχεία (crypto-assets) και τα σταθερά κρυπτονομίσματα (stablecoins).

Το ίδιο το ψηφιακό ευρώ μπορεί επίσης να συμβάλλει στον περαιτέρω ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας, προωθώντας την καινοτομία και την χρήση της τεχνολογίας σε ποικίλες δραστηριότητες του χρηματοπιστωτικού τομέα. Αυτό το στοιχείο είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την Ελλάδα, καθώς σχετίζεται με την τρέχουσα προσπάθεια για την προώθηση του ψηφιακού μετασχηματισμού σε πολλούς τομείς της εγχώριας οικονομίας.

Ψηφιακός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας

Αυτό με οδηγεί στο δεύτερο θέμα, την στροφή της ελληνικής οικονομίας προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό.

Δύο βασικοί παράγοντες έχουν ενισχύσει αυτή την τάση. Ο πρώτος ήταν η ευρωπαϊκή Οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών (PSD2), η οποία καθιέρωσε την ανοικτή τραπεζική (open banking) και το δικαίωμα τρίτων παρόχων να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα των τραπεζών σχετικά με λογαριασμούς πληρωμών. Ο δεύτερος ήταν η πανδημία, που οδήγησε σε θεαματική αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου και των διαδικτυακών συναλλαγών και προσέφερε στους παρόχους τεχνολογίας μια μοναδική ευκαιρία να ενισχύσουν την παρουσία τους.

Κατά συνέπεια, η χρήση ψηφιακών ή ανέπαφων μεθόδων πληρωμής εντατικοποιείται και οι επιχειρήσεις χρηματοοικονομικής τεχνολογίας (FinTech) κερδίζουν διαρκώς έδαφος στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό οικοσύστημα.

Ως υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και ως κανονιστικές αρχές, δεν πρέπει φυσικά να ξεχνάμε ότι η χρηματοοικονομική τεχνολογία (FinTech) και η καινοτομία προσφέρουν μεν μεγάλα οφέλη,  δημιουργούν όμως και κινδύνους. Οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να διευκολύνουν την καινοτομία και ταυτόχρονα να διασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία της οικονομίας, μετριάζοντας τους σχετικούς κινδύνους.

Έχοντας αυτά υπόψη, η Τράπεζα της Ελλάδος ανέλαβε δύο σημαντικές πρωτοβουλίες: 1) τον Κόμβο Καινοτομίας FinΤech και 2) το Προστατευμένο Κανονιστικό Περιβάλλον (Regulatory Sandbox). Αξίζει να σημειωθεί ότι το 50% των ερωτημάτων που έλαβε ο Κόμβος Καινοτομίας, κατά τον πιο πρόσφατο χρόνο λειτουργίας του, αφορούσε υπηρεσίες πληρωμών και υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού. Αυτό καταδεικνύει ότι ο τομέας των πληρωμών βρίσκεται στο επίκεντρο της χρηματοοικονομικής καινοτομίας στην Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόσφατα ολοκληρώθηκε σημαντική διασυνοριακή συμφωνία για την εξαγορά μετοχών μιας δυναμικής ελληνικής εταιρίας FinΤech.

Το Προστατευμένο Κανονιστικό Περιβάλλον είναι ένα πολύτιμο εργαλείο, που επιτρέπει να δοκιμαστούν προτεινόμενες τεχνολογίες και επιχειρηματικά μοντέλα μέσα σε ένα πλαίσιο ελεγχόμενων παραμέτρων και με σκοπό να γίνει κατανοητό το πώς θα μπορούσαν να λειτουργήσουν στην πράξη. Αυτό βοηθά όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές: οι μεν εταιρίες FinTech έχουν τη δυνατότητα να δοκιμάσουν τις καινοτόμες λύσεις τους, οι δε κανονιστικές αρχές αποκτούν καλύτερη γνώση αυτών των καινοτομιών, κατανοώντας τους κινδύνους και τα οφέλη τους. Είναι πολύ σημαντικό οι κανονιστικές αρχές να έχουν όσο το δυνατόν πιο εγκαίρως μια εικόνα αυτών των κινδύνων, προκειμένου να είναι σε θέση να διασφαλίζουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, χωρίς παράλληλα να στέκονται εμπόδιο στην καινοτομία.

Μια εποχή πειραματισμών

Το τρίτο και τελευταίο θέμα της παρέμβασής μου αφορά στον πειραματισμό. 

Είναι, θεωρώ, προφανές ότι έχουμε εισέλθει σε μια εποχή εντατικών πειραματισμών στην χρηματοοικονομική καινοτομία, τόσο  από τις ρυθμιστικές αρχές όσο και από τους ιδιωτικούς φορείς. Ο πειραματισμός διευκολύνει την απόκτηση πρακτικής εμπειρίας σε σύνθετες και καινοτόμες ιδέες, που βρίσκονται σε στάδιο διερεύνησης.

Όλο και περισσότερα καινοτόμα σχέδια περιλαμβάνουν πειραματισμό, ανάπτυξη πρωτοτύπου (prototype) και δοκιμαστική εφαρμογή (proof of concept), ένδειξη ότι η σφαιρική διερεύνηση μιας ιδέας απαιτεί σε βάθος ανάλυση του κατά πόσον αυτή είναι λειτουργικά εφαρμόσιμη στην πράξη.

Αναφορικά με το ψηφιακό νόμισμα κεντρικής τράπεζας, ήδη πραγματοποιούνται εντυπωσιακά πειράματα ταυτόχρονα σε παγκόσμιο επίπεδο, εντός του Ευρωσυστήματος αλλά και σε επιμέρους κράτη-μέλη.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, πολλές τράπεζες και κοινοπραξίες αποτελούμενες από δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς, έχουν ξεκινήσει εργασίες σχετικές με τις διασυνοριακές πληρωμές και τις πληρωμές με CBDC. Η Τράπεζα της Ελλάδος συμμετέχει στις εργασίες, που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του Κόμβου Καινοτομίας της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS Innovation Hub) και του Δικτύου Καινοτομίας της ίδιας τράπεζας (BIS Innovation Network), το οποίο συνδυάζει έρευνα εφαρμοσμένης τεχνολογίας, δοκιμαστικές εφαρμογές και ανάπτυξη πρωτοτύπων από κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο.

Ένα ενδεικτικό πείραμα, στο πλαίσιο της διεθνούς συνεργασίας, είναι το πρόγραμμα Jura, μια κοινή πρωτοβουλία της κεντρικής τράπεζας της Γαλλίας (Banque de France), της κεντρικής τράπεζας της Ελβετίας και του ελβετικού κέντρου του BIS Innovation Hub. Αντικείμενό του ήταν  να διερευνήσει τη δυνατότητα άμεσης μεταφοράς CBDC-ευρώ και CBDC-ελβετικών φράγκων στο πλαίσιο συναλλαγών χονδρικής μεταξύ γαλλικών και ελβετικών εμπορικών τραπεζών μέσω μιας ενιαίας πλατφόρμας DLT (τεχνολογία κατανεμημένου λογιστικού) υπό τη διαχείριση τρίτου φορέα. Το πρόγραμμα Jura έδειξε ότι είναι εφικτή η πραγματοποίηση διασυνοριακών πληρωμών σε CBDC μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, που εδρεύουν σε διαφορετικές χώρες, ενώ επίσης ανέδειξε και νέες δυνατότητες για διασυνοριακό διακανονισμό πράξεων επί συναλλάγματος, τίτλων και άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων.

Η Τράπεζα της Ελλάδος υποστηρίζει το συλλογικό έργο, που πραγματοποιείται στο Ευρωσύστημα, συμμετέχοντας στην Ομάδα Εργασίας Υψηλού Επιπέδου (High-Level Task Force) και στις επιτροπές, που διερευνούν όλες τις σημαντικές πτυχές του ψηφιακού ευρώ: νομισματική πολιτική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα, νομικές συνέπειες και ζητήματα υποδομών πληροφορικής. 

Οι πειραματισμοί, που πραγματοποιήθηκαν από το Ευρωσύστημα έδωσαν πρόσθετη ώθηση στο έργο της δημιουργίας του ψηφιακού ευρώ, καθώς παρείχαν τη δυνατότητα να εξεταστεί, κατά πόσον είναι εφικτό να χρησιμοποιηθεί η υπάρχουσα υποδομή για την επεξεργασία του τεράστιου όγκου συναλλαγών, που πραγματοποιούνται στη ζώνη του ευρώ κάθε χρόνο, να εντοπιστούν πιθανές επιλογές για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και να διερευνηθούν οι οικολογικές επιπτώσεις του δικού μας συστήματος διακανονισμού σε σύγκριση με τα κρυπτοστοιχεία.

Η Τράπεζα της Ελλάδος πραγματοποιεί και η ίδια τα δικά της πειράματα σε εθνικό επίπεδο από το 2018. Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύξαμε ένα πρωτότυπο για ένα CBDC λιανικής, βασισμένο στην τεχνολογία blockchain.

Προκειμένου να προσφέρει μια εμπειρία όσο το δυνατόν παρόμοια με αυτή ενός δυνητικού χρήστη, το πρωτότυπο ενσωμάτωσε μια σειρά από διαφορετικές τεχνολογίες, όπως μια εφαρμογή για κινητά για τη διενέργεια πληρωμών. Άλλες ενσωματωμένες λειτουργίες ήταν οι Έξυπνοι Βοηθοί (Smart Assistants) για χρήση με το Google Home και το Amazon Alexa, εργαλεία παρακολούθησης μεγάλων δεδομένων, τα οποία παρείχαν εικόνα του συστήματος σε πραγματικό χρόνο με προηγμένους πίνακες παρακολούθησης (dashboards) και εργαλεία επαυξημένης πραγματικότητας (Augmented Reality), που αναπαράγουν την εμπειρία της πραγματοποίησης συναλλαγών σε πραγματικό χρόνο με απλή σάρωση ενός προϊόντος μέσω της κάμερας κινητού τηλεφώνου.

Σε δεύτερο στάδιο, η Τράπεζα της Ελλάδος πραγματοποίησε ερευνητικό έργο, που εξέτασε το πώς η χρήση τεχνολογιών blockchain και Τεχνητής Νοημοσύνης μπορεί να εξασφαλίσει ένα σταθερό, ασφαλές και αξιόπιστο σύστημα CBDC λιανικής σε περιβάλλον κρίσης.

Τα επεισόδια κρίσης μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρή πίεση σε ένα σύστημα και επιπλέον να προσφέρουν ευκαιρίες σε κακόβουλους συμμετέχοντες να χρησιμοποιήσουν το σύστημα για παράνομες πρακτικές, όπως η απάτη. Το έργο που πραγματοποιήσαμε προσομοίωσε επεισόδια κρίσεων, αξιοποιώντας την εμπειρία από προηγούμενα υπαρκτά συμβάντα κρίσης, και έδειξε πώς η χρήση τεχνολογιών blockchain, Τεχνητής Νοημοσύνης και σχετικών ποσοτικών δεδομένων (metrics) μπορεί να θωρακίσει το σύστημα σε τέτοιες περιπτώσεις. Και μάλιστα, το μοντέλο, που αναπτύξαμε μπόρεσε να λειτουργήσει προληπτικά, μέσω της χρήσης προβλέψεων και αναφορών σε πραγματικό χρόνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το έργο αυτό παρουσιάστηκε στο 3ο και 4ο Eurochain Hackathon και αναδείχθηκε πρώτο, κατόπιν ψηφοφορίας μεταξύ των συμμετεχόντων.

Θα ήθελα, επιπρόσθετα, να τονίσω ότι το έργο για το ψηφιακό ευρώ επιβεβαιώνει την ικανότητα των ΕθνΚΤ του Ευρωσυστήματος να εργάζονται συλλογικά για τη διερεύνηση λύσεων. Αυτή η συλλογική προσπάθεια αντανακλά το εύρος της τεχνολογικής προόδου, που απαιτείται και βοηθά να εντοπιστούν οι ανάγκες προσαρμογής του θεσμικού πλαισίου, ώστε τα ψηφιακά νομίσματα κεντρικής τράπεζας να καταστούν λειτουργικά, αξιόπιστα και ασφαλή για τους πολίτες.

Επιπλέον, υπάρχει ανάγκη για συνεργασία και συντονισμό μεταξύ των κεντρικών τραπεζών και σε παγκόσμιο επίπεδο. Νομίζω ότι αυτό είναι ευρέως αναγνωρισμένο σε διεθνή όργανα και οργανισμούς, καθώς η G7, η G20 και η BIS έχουν αναλάβει σχετικές πρωτοβουλίες.

Αυτές οι πρωτοβουλίες συγκεντρώνουν την εμπειρία από τη διερεύνηση των CBDC σε εγχώριο επίπεδο και εμπλουτίζουν τη συλλογική κατανόηση ενός τόσο σύνθετου ζητήματος. Επίσης μπορούν να οδηγήσουν στον εντοπισμό των βασικών οικονομικών και κανονιστικών ζητημάτων, που είναι κοινά σε όλες τις χώρες.

Χωρίς αμφιβολία, η διεθνής συνεργασία είναι κρίσιμος παράγοντας προκειμένου να δημιουργηθεί ένα αποτελεσματικό σύστημα διασυνοριακών πληρωμών. Ταυτόχρονα όμως, δεν υπάρχει πρακτικός τρόπος για να επιβληθούν οι ίδιες αρχές στις διαφορετικές κυρίαρχες χώρες. Κάθε χώρα πρέπει να βασίζεται και στους δικούς της κανόνες, τις πρακτικές και τις συνήθειες, που ανταποκρίνονται στη διάρθρωση της εγχώριας οικονομίας και το εγχώριο τοπίο πληρωμών.

Ωστόσο, μέσω της διεθνούς συνεργασίας, πιστεύω ότι μπορούμε να επιτύχουμε ένα σύστημα, που θα διευκολύνει τις διασυνοριακές πληρωμές με CBDC, χρησιμοποιώντας σχήματα με διαφορετικούς βαθμούς διαλειτουργικότητας.

Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα CBDC μπορούν να έχουν σημαντικές διεθνείς μακροχρηματοπιστωτικές επιπτώσεις. Ένα CBDC που εισάγεται από μια μεγάλη οικονομία θα μπορούσε να αυξήσει τη διεθνή μετάδοση των διαταραχών και τη μεταβλητότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών, μέσω της επίδρασης που θα ασκεί στις ροές κεφαλαίων.

Καθώς είναι πιθανόν να υπάρχει διεθνής διάχυση των επιπτώσεων ενός CBDC, η διεθνής συνεργασία είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι συνέπειες της χρήσης του από μη κατοίκους. Οι περιορισμοί στη χρήση ξένων CBDC, π.χ. η επιβολή ορίων στη διακράτηση αυτών ή στο ύψος των συναλλαγών, θα μπορούσαν να συμβάλλουν στον μετριασμό των δυσμενών παγκόσμιων μακροχρηματοπιστωτικών συνεπειών.

Τέλος, κατά την άποψή μου, η διεθνής συνεργασία πρέπει να έχει μια πολυδιάστατη προσέγγιση, όπως αυτή που ακολουθεί σήμερα το Ευρωσύστημα, που σημαίνει ότι ζητείται η γνώμη διαφόρων τομέων επαγγελματιών και πολιτών. Με αυτό τον τρόπο, διασφαλίζεται ότι  όλες οι συναφείς πτυχές λαμβάνονται υπόψη και δημιουργείται ένα πιο αποτελεσματικό και χωρίς αποκλεισμούς μοντέλο.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ