Μαζί με το Brexit φεύγουν από τα ευρωπαϊκά ταμεία και τα 60 δις ευρώ, τα οποία συνεισέφεραν οι Βρετανοί στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Ενόψει της έκτακτης συνόδου για το θέμα στις 20 Φεβρουαρίου, οι απόψεις διίστανται.

Δύο εβδομάδες πριν από την ειδική σύνοδο της ΕΕ για τον μακροπρόθεσμο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό της περιόδου 2021 – 2027 (πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο) που συγκαλεί ο Βέλγος πρόεδρος του Eυρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, έχουν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται τα πρώτα σύννεφα μεταξύ των κρατών-μελών στη μετά-Βrexit εποχή. Ο Σαρλ Μισέλ βρίσκεται σε συνεχείς διαβουλεύσεις και επαφές με τους ηγέτες καθενός από τα κράτη-μέλη ενόψει της κρίσιμης συνόδου, αναζητώντας τη μέση οδό, που για άλλη μια φορά είναι δύσκολο να βρεθεί.

Πρώτες αντιδράσεις έχουν ήδη έρθει από τη Δανία, με την πρωθυπουργό της χώρας, Μέτε Φρεντερίκσεν να δηλώνει ότι ακόμη κι αν οι χώρες της ΕΕ συνεισέφεραν μόνο το 1% του ΑΕΠ τους μελλοντικά, η Δανία θα έπρεπε να δίνει είκοσι φορές περισσότερα από ό,τι σήμερα. “Πολλά από τα χρήματα της συνεισφοράς μας είναι παράλογα, για παράδειγμα, όταν μιλάμε για την κλιματική αλλαγή ή τα κύματα προσφύγων. Θα συνεισφέρουμε με περισσότερα χρήματα, αλλά δεν θέλω να συνεισφέρουμε με πολύ περισσότερα χρήματα” δήλωσε η πρωθυπουργός της Δανίας.

Από την πλευρά του ο καγκελάριος της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς αναμένει νέα πρόταση από τον Σαρλ Μισέλ. “Η Αυστρία συγκαταλέγεται στους ‘καθαρούς εισφορείς’ της ΕΕ”, είπε σχετικά με το θέμα, συμπληρώνοντας: “Ακριβώς όπως και η Δανία, η Ολλανδία, η Σουηδία και η Γερμανία, είμαστε της άποψης ότι οι συνεισφορές μας δεν πρέπει να αυξάνονται απεριόριστα”.

Ποιος θα καλύψει το κενό μετά το Brexit;

Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές μετά το Brexit τα ευρωπαϊκά ταμεία θα χάσουν 60 δισ. ευρώ. Για το λόγο αυτό η γερμανική συνεισφορά θα πρέπει να αυξηθεί από 12 έως 40 δισ. ευρώ τον χρόνο. Σημαντικές αυξήσεις αναμένονται ιδίως για τη Δανία, την Ολλανδία, την Αυστρία και τη Σουηδία. Αναφορικά με την επικείμενη σύνοδο της 20ης Φεβρουαρίου, διπλωμάτης από τις Βρυξέλλες εκτιμά ότι δεν πρέπει να αναμένεται συμφωνία, εάν δεν γίνουν παραχωρήσεις και εκπτώσεις. Ο πρωθυπουργός της Σουηδίας Στέφαν Λεβέν δήλωσε μάλιστα ήδη ότι “οι εκπτώσεις είναι απαραίτητες”. Βάσει υπολογισμών, περί το τέλος της επόμενης δημοσιονομικής περιόδου το 2027, πέντε χώρες θα είναι εκείνες που θα εισφέρουν το 75% του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Μέχρι στιγμής μεταξύ των κρατών-μελών καταγράφονται διαφορετικές απόψεις γύρω από το θέμα. Από την άλλη πλευρά ο Σαρλ Μισέλ, αν και δεν αποκαλύπτει το περιεχόμενο των επαφών του με τους εκπροσώπους των κρατών-μελών της ΕΕ, θεωρεί ότι ένας συμβιβασμός είναι εφικτός. Πιστεύει ότι πρέπει να βρεθεί λύση, ειδάλλως υπάρχει κίνδυνος για πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα, τα οποία εξαρτώνται από ευρωπαϊκά κονδύλια. Μάλιστα ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ υπογράμμισε πρόσφατα τη σημασία των ευρωπαϊκών προγραμμάτων για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας, ειδικά για τους νέους, για την υλοποίηση του στόχου της ψηφιοποίησης αλλά και για τη λειτουργία της κοινής αγροτικής πολιτικής.

Τέλος, αντιδράσεις υπήρξαν και από τη Σλοβακία, με τον πρωθυπουργό Πέτερ Πελεγκρίνι να επισημαίνει ότι οι όποιες εκπτώσεις αναφορικά με το Ταμείο Συνοχής της ΕΕ πρέπει να ισχύουν ισοδύναμα για όλους.

Dpa, Δήμητρα Κυρανούδη

Πηγή: Deutsche Welle

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ